Greek Meaning of airometer
αερόμετρο
Other Greek words related to αερόμετρο
No Synonyms and anytonyms found
Nearest Words of airometer
- airol => αϊρόλ
- airmanship => Αεροπορική επάρκεια
- airman => Πιλότος
- airmailer => Αεροπορική αλληλογραφία
- airmail letter => αεροπορική επιστολή
- airmail => αεροπορική αλληλογραφία
- airlock => Αεροστεγές θάλαμο
- airling => αεροπορική εταιρεία
- airliner => Επιβατηγό αεροπλάνο
- airline business => αεροπορική επιχείρηση
- airplane => αεροπλάνο
- airplane landing => Προσγείωση αεροπλάνου
- airplane maneuver => ελιγμός αεροπλάνου
- airplane mechanics => Μηχανικοί αεροπλάνων
- airplane pilot => πιλότος αεροπλάνου
- airplane propeller => έλικα αεροπλάνου
- airplane ticket => Εισιτήριο αεροπλάνου
- airport => αεροδρόμιο
- airport terminal => Τερματικός σταθμός αεροδρομίου
- airpost => αεροδρόμιο
Definitions and Meaning of airometer in English
airometer (n.)
A hollow cylinder to contain air. It is closed above and open below, and has its open end plunged into water.
FAQs About the word airometer
αερόμετρο
A hollow cylinder to contain air. It is closed above and open below, and has its open end plunged into water.
No synonyms found.
No antonyms found.
airol => αϊρόλ, airmanship => Αεροπορική επάρκεια, airman => Πιλότος, airmailer => Αεροπορική αλληλογραφία, airmail letter => αεροπορική επιστολή,