Greek Meaning of defrock

αφαιρώ τη στολή

Other Greek words related to αφαιρώ τη στολή

Definitions and Meaning of defrock in English

Wordnet

defrock (v)

divest of the frock; of church officials

FAQs About the word defrock

αφαιρώ τη στολή

divest of the frock; of church officials

καθαιρώ,Σακί,εξορίσω,στερώ,εκθρονίζω,απολύω,εκτοπίζω,εκτοπίζω,αφαιρώ,πέφτω

στέμμα,αρχίζω,εγκαθιστώ,διορίζω,βαπτίζω,ορίσει,εκλέγω,enthronizein,εγκαινιάζω,εισάγω

defrayment => κάλυψη εξόδων, defraying => καταβάλλοντας, defrayer => Εκείνος που πληρώνει, defrayed => εκπληρώθηκε, defrayal => επιβάρυνση,