Greek Meaning of dalliance
ερωτοτροπία
Other Greek words related to ερωτοτροπία
- Διασκέδαση
- απόλαυση
- ψυχαγωγία
- διασκέδαση
- Αναψυχή
- χαλάρωση
- εκτροπή
- σκανδαλίζω
- σκανταλιά
- Χόμπι
- Χόμπι
- παίξε
- Τπαιζιδιάρικη
- ευχαρίστηση
- ατίθαση
- αθλητισμός
- διασκέδαση και παιχνίδια
- Μπιντζ
- γελοιότητα
- ευχαρίστηση
- δαιμονικότητα
- διαβολία
- διαβολιά
- περιπέτεια
- χαρά
- σκανδαλίζοντας
- σκωτσίματα
- Σκανταλιές
- σκανταλιές
- ξεκαρδιστικότητα
- εστία
- Κουνιστό αλογάκι
- παιχνίδι
- αταξία
- γρουσουζιά
- κλοτσιά
- ατιμία
- Σκαρθί
- ευθυμία
- Διασκέδαση
- σκανταλιά
- σκανταλιά
- ευχαρίστηση
- ατιμία
- γλεντάω
- γλέντι
- πονηριά
- χοροπηδάω
- αθλητικότητα
- Αγοραστική φρενίτιδα
- ανοησία
- ασέλγεια
- ουαου
- άνω κάτω
Nearest Words of dalliance
Definitions and Meaning of dalliance in English
dalliance (n)
the deliberate act of delaying and playing instead of working
playful behavior intended to arouse sexual interest
dalliance (n.)
The act of dallying, trifling, or fondling; interchange of caresses; wanton play.
Delay or procrastination.
Entertaining discourse.
FAQs About the word dalliance
ερωτοτροπία
the deliberate act of delaying and playing instead of working, playful behavior intended to arouse sexual interestThe act of dallying, trifling, or fondling; in
Διασκέδαση,απόλαυση,ψυχαγωγία,διασκέδαση,Αναψυχή,χαλάρωση,εκτροπή,σκανδαλίζω,σκανταλιά,Χόμπι
δουλειά της κακομοίρας,Εργασία,δουλειά,καθήκον,υποχρέωση,ευθύνη
dalles => Ντάλες, dallas => Ντάλας, dall sheep => Πρόβατο Νταλ, dalian => Ντάλιαν, dali => Νταλί,