FAQs About the word curiousness

περιέργεια

a state of active curiosity, the quality of being alien or not native

ανησυχία,περιέργεια,περιέργεια,Ενδιαφέρον,περιέργεια,ερώτηση,έκπληξη,προσοχή,ερώτημα,παρεμβολή

απάθεια,αδιαφορία,αδιαφορία,αδιαφορία,αδιαφορία,αδιαφορία,αδιαφορία

curiously => περίεργα, curious => περίεργος, curiosity => περιέργεια, curiosa => περίεργη, curio => περιέργεια,