FAQs About the word cropped (up)

περικομμένο (πάνω)

to come or appear when not expected

προέκυψε,εμφανίσθηκε,εμφανίστηκε,Συνέβη,συνέβη,ξεπήδησε,ξεπήδησε (πάνω),εμφανίστηκε,εμφανίστηκε,βγήκε

No antonyms found.

cropland => καλλιεργήσιμη γη, crop (up) => (εμφανίζεται), croons => τραγουδάει, crooned => τραγουδούσε, crooks => απατεώνες,