Greek Meaning of cropped (up)
περικομμένο (πάνω)
Other Greek words related to περικομμένο (πάνω)
Nearest Words of cropped (up)
Definitions and Meaning of cropped (up) in English
cropped (up)
to come or appear when not expected
FAQs About the word cropped (up)
περικομμένο (πάνω)
to come or appear when not expected
προέκυψε,εμφανίσθηκε,εμφανίστηκε,Συνέβη,συνέβη,ξεπήδησε,ξεπήδησε (πάνω),εμφανίστηκε,εμφανίστηκε,βγήκε
No antonyms found.
cropland => καλλιεργήσιμη γη, crop (up) => (εμφανίζεται), croons => τραγουδάει, crooned => τραγουδούσε, crooks => απατεώνες,