Greek Meaning of creep up
πλησιάζω κρυφά
Other Greek words related to πλησιάζω κρυφά
Nearest Words of creep up
- creeper => αναρριχητικό φυτό
- creepiness => ανατριχιαστικός
- creeping => ερπετό
- creeping bellflower => Καμπανούλα
- creeping bent => Κόκκινος κυνοχλόα
- creeping bentgrass => αγρωστίδα η ερπυστική
- creeping bugle => Τσικουδιά
- creeping buttercup => Έρπουσας βατράχιον
- creeping charlie => Κισσός ερπυστικός
- creeping crowfoot => Βάτραχος με τα κόκκινα μάτια
Definitions and Meaning of creep up in English
creep up (v)
advance stealthily or unnoticed
FAQs About the word creep up
πλησιάζω κρυφά
advance stealthily or unnoticed
εμφανίζομαι,πλησιάζω κρυφά,εμφανίζονται,: φτάνω,καταφέρνω,σύνορο,έλα,προκύπτω,σχεδιάζω,κέρδος
πίσω (πάνω ή μακριά),τραβήξτε έξω,υποχωρώ,αφαιρώ,συνταξιοδοτούμαι,Υποχώρηση,βγαίνω,αναληψη,καθαρίζω,αναχωρείν
creep in => σέρνεται μέσα, creep feed => Συμπληρωματική τροφή, creep => μπουσουλώ, creel => Καλάθι, creek confederacy => Συνομοσπονδία Κρικ,