Greek Meaning of cowhide
Δέρμα αγελάδας
Other Greek words related to Δέρμα αγελάδας
- κρύβω
- Δέρμα
- ωμό δέρμα
- Κατηγορία
- μαυρισμένος
- μαστίγιο
- μπανγκ
- νυχτερίδα
- Σημύδα
- μπαστούνι
- κλιπ
- κόβω
- μαστιγωτό
- ανεμίζω
- κλικ
- μαστίγιο
- χτύπημα
- μαστίγιο
- χτυπάω
- Μάστιγα
- μαυλί
- λίρα
- γροθιά
- μαστίγιο
- μάστιγα
- Χαστούκι
- χαστούκι
- Ξύλο
- Ιμάντας
- διακόπτης
- θράσι
- φάλαινα
- bash
- Ζύμη
- ρυθμός
- ζώνη
- μπλακτζακ
- ρόπαλο
- μποπ
- κουτί
- Μπουφές
- τάπα
- χειροκρότημα
- δείρω
- επιρροή
- κλαμπ
- ρωγμή
- ρόπαλο
- μανσέτα
- σφυρί
- μαστίγιο
- Δαντέλα
- λάμδα
- αφρός
- Κουπί
- επικόλληση
- Γούνα
- σφαιρίδιο
- χτυπάω
- τραχύς
- Πλάκα
- γυμνοσάλιαγκας
- τιμωρεί
- κάλτσα
- SWAT
- σάρωση
- κτύπημα
- χτύπημα
- ρετουσάρισμα
- Ράπισμα
- χτύπημα
- εφάρμοσε εργασία
Nearest Words of cowhide
Definitions and Meaning of cowhide in English
cowhide (n)
leather made from the hide of a cow
the hide of a cow
a heavy flexible whip braided from leather made from the hide of a cow
cowhide (v)
flog with a cowhide
FAQs About the word cowhide
Δέρμα αγελάδας
leather made from the hide of a cow, the hide of a cow, a heavy flexible whip braided from leather made from the hide of a cow, flog with a cowhide
κρύβω,Δέρμα,ωμό δέρμα,Κατηγορία,μαυρισμένος,μαστίγιο,μπανγκ,νυχτερίδα,Σημύδα,μπαστούνι
No antonyms found.
cowherd => βοσκός, cowherb => οινάνθη, cowhand => Βοσκός, cowgirl => Καουμπόισσα, cowfish => Καμακέικος,