Greek Meaning of countenance
Πρόσωπο
Other Greek words related to Πρόσωπο
Nearest Words of countenance
- countdown => αντίστροφη μέτρηση
- countable => Αριθμήσιμος
- count rumford => Κόμης Ρούμφορντ
- count per minute => μετρήσεις ανά λεπτό
- count palatine => Πάλατινος κόμης
- count out => μετρώ
- count on => βασίζομαι
- count off => μέτρηση αντίστροφα
- count noun => αριθμήσιμο ουσιαστικό
- count nikolaus ludwig von zinzendorf => Κόμης Νικόλαος Λούντβιχ φον Ζίντσεντορφ
- counter => μετρητής
- counter check => αντιστάθμιση
- counter conditioning => Αντίστροφη εξαρτηματοποίηση
- counter reformation => Αντιμεταρρύθμιση
- counter tube => Ανιχνευτικός σωλήνας
- counteract => αντισταθμίζω
- counteraction => αντίδραση
- counteractive => αντίθετος
- counteractively => αντιπαραγωγικά
- counterargument => Αντεπιχείρημα
Definitions and Meaning of countenance in English
countenance (n)
the appearance conveyed by a person's face
formal and explicit approval
the human face (`kisser' and `smiler' and `mug' are informal terms for `face' and `phiz' is British)
countenance (v)
consent to, give permission
FAQs About the word countenance
Πρόσωπο
the appearance conveyed by a person's face, formal and explicit approval, the human face (`kisser' and `smiler' and `mug' are informal terms for `face' and `phi
έκφραση,Πρόσωπο,κοίτα,χαμόγελο,καστ,συνοφρυώνομαι,χαμόγελο,Σύνοφρυς,Πρόσωπο,αέρας
αναταραχή,συναγερμός,άγχος,ανησυχία,φροντίδα,ανησυχία,Αναστάτωση,ανησυχία,διαταραχή,φροντίδα
countdown => αντίστροφη μέτρηση, countable => Αριθμήσιμος, count rumford => Κόμης Ρούμφορντ, count per minute => μετρήσεις ανά λεπτό, count palatine => Πάλατινος κόμης,