Greek Meaning of copout
δικαιολογία
Other Greek words related to δικαιολογία
Nearest Words of copout
Definitions and Meaning of copout in English
copout (n)
a failure to face some difficulty squarely
FAQs About the word copout
δικαιολογία
a failure to face some difficulty squarely
αποφυγή,απόδραση,αποφυγή,παράκαμψη,Αποφυγή,Κάμπτω,εύπλαστος,αποφυγή,αποφυγή,αποφεύγοντας
αντοχή,υποβολή,ανοχή,Συμμόρφωσης
copolymerize => Συζευγοπολυμερισμός, copolymerise => Συνπολυμερίζω, copolymer => Συνπολυμερές, copley => Κόπλεϊ, copland => Κόπλαντ,