Greek Meaning of container
εμπορευματοκιβώτιο
Other Greek words related to εμπορευματοκιβώτιο
- τσάντα
- σκουπιδοτενεκές
- μπουκάλι
- κουτί
- κάτοχος
- δοχείο
- πλοίο
- Καλάθι
- μπολ
- κουβάς
- φορέας
- κουτί από χαρτόνι
- κασέτα
- υπόθεση
- κιβώτιο
- Γυάλα
- κανάτα
- Ντουλάπι
- τσέπη
- Σακί
- Πορτμπαγκάζ
- Μπανιέρα
- λεκάνη
- κέντημα
- μπορώ
- Φέρετρο
- ψυγείο
- καλάθι δώρων
- καλαθάκι
- βαρέλι
- Βραστήρας
- κιτ
- Πακέτο
- κουβάς
- κανάτα
- Κατσαρόλα
- ΦΠΑ
- θερμότερος
Nearest Words of container
- container ship => Εμπορευματοκιβωτιοφόρο πλοίο
- container vessel => Πλοίο εμπορευματοκιβωτίων
- containerful => εμπορευματοκιβώτιο
- containerise => εμπορευματοκιβωτιοποίηση
- containerize => εμπορευματοκιβωτιοποίηση
- containership => Εμπορευματοκιβωτιοφόρο
- containment => Περιορισμός
- contaminant => ρύπος
- contaminate => μολύνω
- contaminated => Μολυσμένος
Definitions and Meaning of container in English
container (n)
any object that can be used to hold things (especially a large metal boxlike object of standardized dimensions that can be loaded from one form of transport to another)
FAQs About the word container
εμπορευματοκιβώτιο
any object that can be used to hold things (especially a large metal boxlike object of standardized dimensions that can be loaded from one form of transport to
τσάντα,σκουπιδοτενεκές,μπουκάλι,κουτί,κάτοχος,δοχείο,πλοίο,Καλάθι,μπολ,κουβάς
No antonyms found.
contained => περιεχομενη, contain => περιέχει, contagiously => Μεταδοτικά, contagious disease => Μεταδοτική νόσος, contagious abortion => μολυσματική έκτρωση,