Greek Meaning of constables
αστυνομικοί
Other Greek words related to αστυνομικοί
- αστυνομικοί
- αξιωματικοί
- αστυνομικοί
- μπάτσοι
- ταύροι
- χάλκινα νομίσματα
- ντετέκτιβ
- Χωροφύλακες
- επιθεωρητές
- ερευνητές
- υπηρέτες του νόμου
- Αστυνομία
- σερίφηδες
- καπετάνιοι
- Πλατυποδία
- χνούδι
- γαλότσες
- υπολοχαγοί
- μαρσάλες
- λόρδοι
- άνδρες
- Εργαζόμενοι
- περιπολίες
- αστυνομικοί
- Οι ντεντέκτιβ
- αστυνομικές δυνάμεις
- αστυνομικοί
- Αστυνομίνες
- λοχίες
- ντετέκτιβ
- ντετέκτιβ
- Στρατιώτες
Nearest Words of constables
Definitions and Meaning of constables in English
constables
the warden or governor of a royal castle or a fortified town, a high officer of a royal court or noble household especially in the Middle Ages, the person in charge of a royal castle or a town, a high officer of a royal court or noble household in the Middle Ages, a police officer usually of a village or small town, police officer, a public officer usually of a town or township responsible for keeping the peace and for minor judicial duties, one ranking below sergeant
FAQs About the word constables
αστυνομικοί
the warden or governor of a royal castle or a fortified town, a high officer of a royal court or noble household especially in the Middle Ages, the person in ch
αστυνομικοί,αξιωματικοί,αστυνομικοί,μπάτσοι,ταύροι,χάλκινα νομίσματα,ντετέκτιβ,Χωροφύλακες,επιθεωρητές,ερευνητές
Πολίτες
conspiring => συνωμότης, conspired => συνωμότησαν, conspiratorially => συνωμοτικός, conspiration => Συνωμοσία, conspiracies => συνωμοσίες,