FAQs About the word policewomen

Αστυνομίνες

a woman who is a member of a police force, a woman who is a police officer

μπάτσοι,αστυνομικοί,χάλκινα νομίσματα,αστυνομικοί,Χωροφύλακες,αξιωματικοί,αστυνομικοί,αστυνομικοί,Στρατιώτες,ταύροι

No antonyms found.

police reporter => Αστυνομικός συντάκτης, police officers => αστυνομικοί, police forces => αστυνομικές δυνάμεις, police (up) => αστυνομία (πάνω), polestars => πόλοι,