Greek Meaning of coequality

ισοτιμία

Other Greek words related to ισοτιμία

Definitions and Meaning of coequality in English

Webster

coequality (n.)

The state of being on an equality, as in rank or power.

FAQs About the word coequality

ισοτιμία

The state of being on an equality, as in rank or power.

Ισότητα,ισοδυναμία,ισοτιμία,συντονισμός,συσχέτιση,παρ,ισοτιμία,ομοιότητα,ομοιότητα,ομοιότητα

διαφορά,διαφωνία,διαφορά,ανισότητα,διάκριση,απόκλιση,ποικιλομορφία,ανισότητα,ετερογένεια,διακριτότητα

coequal => ισότιμος, coenzyme q => Συνένζυμο Q, coenzyme a => Συνένζυμο Α, coenzyme => Συνένζυμο, coenurus => Κοίνουρος,