FAQs About the word churning

ανάδευση

moving with or producing or produced by vigorous agitation, (of a liquid) agitated vigorously; in a state of turbulenceof Churn, The act of one who churns., The

βράζω,βράζων,γνέσιμο,στροβιλιζόμενο,στροβιλιζόμενος,κουραστικός,ζαλισμένος,Ανάστατος,Ανάδευση,αναστάτωση

καταπραϋντικός,υποχωρών,μειούμενου

churned-up => ανακατεμένο, churned => χτυπημένος, churn up => ανακατεύω, churn out => πατάω πολύ, churn => churn,