FAQs About the word chumps

Definition not available

a person who is easily tricked

βεντούζες,Απατεώνες,Γλάροι,περιστέρια,Μαλθακοί,στόχους,εργαλεία,θύματα,Ντόντο,κούκλες

Απατεώνες,Ντότζερς,καρχαρίες,Λειαντικοί,απατεώνες,απατεώνες,απατεώνες,απατεώνες

chuffs => φυσάει, chucks => Γυμναστικά, chucklesome => αστείος, chucking (out) => πέταμα (έξω), chuckholes => λακούβες,