Greek Meaning of chuck (out)

πετάω (έξω)

Other Greek words related to πετάω (έξω)

Definitions and Meaning of chuck (out) in English

chuck (out)

to force (someone) to leave

FAQs About the word chuck (out)

πετάω (έξω)

to force (someone) to leave

αποβάλλω,τυμπανίζω (έξω),πετάω έξω,απόλυση,εκθρονίζω,μείωση,περίσσεια,Διακόσμηση,τσεκούρι,τσεκούρι

προσλαμβάνω,Συμπλέκομαι,προσλαμβάνω,κρατάω,διατηρώ,Εγγραφή (πάνω ή εμπρός),αναλαμβάνω,Σύμβαση,στρατολογώ,Επαναπρόσληψη

chronometers => Χρονόμετρα, chronographs => Χρονογράφοι, chronicles => χρονικά, chroniclers => χρονικογράφοι, chronicity => χρονιότητα,