Greek Meaning of chronic eczema
Χρόνιο έκζεμα
Other Greek words related to Χρόνιο έκζεμα
No Synonyms and anytonyms found
Nearest Words of chronic eczema
- chronic bronchitis => Χρόνια βρογχίτιδα
- chronic => χρόνιος
- chromule => χρωμόσωμα
- chromous => χρωμικός
- chromotype => Χρωματότυπος
- chromospheric => χρωμοσφαιρικός
- chromosphere => Χρωμόσφαιρα
- chromosonal disorder => χρωμοσωμική ανωμαλία
- chromosome mapping => Χρωμοσωμική χαρτογράφηση
- chromosome => Χρωμόσωμα
- chronic gastritis => Χρόνια γαστρίτιδα
- chronic glaucoma => Χρόνιο γλαύκωμα
- chronic glossitis => χρόνια γλωσσίτιδα
- chronic kidney failure => Χρόνια νεφρική ανεπάρκεια
- chronic leukemia => χρόνια λευχαιμία
- chronic lymphocytic leukemia => Χρόνια λεμφοκυτταρική λευχαιμία
- chronic myelocytic leukemia => Χρόνια μυελογενής λευχαιμία
- chronic obstructive pulmonary disease => Χρόνια αποφρακτική πνευμονοπάθεια (ΧΑΠ)
- chronic pyelonephritis => Χρόνια πυελονεφρίτιδα
- chronic renal failure => Χρόνια νεφρική ανεπάρκεια
Definitions and Meaning of chronic eczema in English
chronic eczema (n)
eczema characterized by thickening of the skin with accentuated skin lines
FAQs About the word chronic eczema
Χρόνιο έκζεμα
eczema characterized by thickening of the skin with accentuated skin lines
No synonyms found.
No antonyms found.
chronic bronchitis => Χρόνια βρογχίτιδα, chronic => χρόνιος, chromule => χρωμόσωμα, chromous => χρωμικός, chromotype => Χρωματότυπος,