Greek Meaning of chicken out

φοβάμαι

Other Greek words related to φοβάμαι

Definitions and Meaning of chicken out in English

Wordnet

chicken out (v)

remove oneself from an obligation

FAQs About the word chicken out

φοβάμαι

remove oneself from an obligation

υποχωρώ,υποχωρώ,απέχω,Πρόφαση,δειλός,ποδηλατάω προς τα πίσω,ανακαλύπτω,εγκαταλείπω,ξαναπαίρνω,απαρνηθώ

τηρώ (κάτι),συμμορφώνω (με),συνεχίσει (με),εκπληρώνω,τιμή,κρατάω,ικανοποιώ,εκπληρώνω

chicken mousse => Μους κοτόπουλου, chicken marengo => Κοτόπουλο Marengo, chicken manure => κοπριά κότας, chicken louse => Κοτοψειρά, chicken liver => Συκώτι κοτόπουλου,