Greek Meaning of back out

απέχω

Other Greek words related to απέχω

Definitions and Meaning of back out in English

Wordnet

back out (v)

move out of a space backwards

make a retreat from an earlier commitment or activity

FAQs About the word back out

απέχω

move out of a space backwards, make a retreat from an earlier commitment or activity

υποχωρώ,υποχωρώ,Πρόφαση,ανάκληση,κοτόπουλο (έξω),ανακαλύπτω,επιστρέφω σε,εγκαταλείπω,ανακαλώ,ξαναπαίρνω

τηρώ (κάτι),συμμορφώνω (με),συνεχίσει (με),εκπληρώνω,τιμή,κρατάω,ικανοποιώ,εκπληρώνω

back off => υποχωρώ, back of beyond => χαμένη στη σκιά της λήθης, back matter => υλικό πίσω, back judge => Διαιτητής πίσω γραμμής, back fire => Ανάφλεξη προς τα πίσω,