Greek Meaning of carding
χαρτοπαιξία
Other Greek words related to χαρτοπαιξία
Nearest Words of carding
- cardines => κάρδα
- cardinalship => καρδινάλιος
- cardinalize => Καρναλιзировать
- cardinality => καρδιναλιότητα
- cardinalis cardinalis => Καρδινάλιος
- cardinalfish => Καρδιναλόψαρα
- cardinalate => ιερατείον
- cardinal virtue => Αρετή του καρδινάλιου
- cardinal vein => καρδιογόνος φλέβα
- cardinal tetra => Καρδινάλιος τετρα
- cardiogenic shock => Καρδιογενές σοκ
- cardiogram => Ηλεκτροκαρδιογράφημα
- cardiograph => Ηλεκτροκαρδιογράφημα
- cardiographic => καρδιογραφικός
- cardiography => Ηλεκτροκαρδιογραφία
- cardioid => καρδιοειδής
- cardioid microphone => Καρδιοειδές μικρόφωνο
- cardioid mike => Καρδιοειδές μικρόφωνο
- cardioinhibitory => καρδιοανασταλτικός, -ή, -ό
- cardiolgy => Καρδιολογία
Definitions and Meaning of carding in English
carding (p. pr. & vb. n.)
of Card
carding (a.)
The act or process of preparing staple for spinning, etc., by carding it. See the Note under Card, v. t.
carding (v. t.)
A roll of wool or other fiber as it comes from the carding machine.
FAQs About the word carding
χαρτοπαιξία
of Card, The act or process of preparing staple for spinning, etc., by carding it. See the Note under Card, v. t., A roll of wool or other fiber as it comes fro
κράτηση,καταλογογράφηση,καταλογογράφηση,Υποβολή,ευρετηρίαση,εγγραφή,προγραμματισμός,πίνακας,ταξινόμηση,σύνταξη
διαγραφή
cardines => κάρδα, cardinalship => καρδινάλιος, cardinalize => Καρναλιзировать, cardinality => καρδιναλιότητα, cardinalis cardinalis => Καρδινάλιος,