Greek Meaning of cardinalate
ιερατείον
Other Greek words related to ιερατείον
No Synonyms and anytonyms found
Nearest Words of cardinalate
- cardinal virtue => Αρετή του καρδινάλιου
- cardinal vein => καρδιογόνος φλέβα
- cardinal tetra => Καρδινάλιος τετρα
- cardinal richelieu => καρδινάλιος Ρισελιέ
- cardinal number => αριθμητικό κύριο
- cardinal newman => Καρδινάλιος Νιούμαν
- cardinal grosbeak => Καρδινάλιος
- cardinal flower => Πορφυρός λοβέλια
- cardinal compass point => Κύριος σημείο πυξίδας
- cardinal bellarmine => Ο Καρδινάλιος Μπελαρμίνο
- cardinalfish => Καρδιναλόψαρα
- cardinalis cardinalis => Καρδινάλιος
- cardinality => καρδιναλιότητα
- cardinalize => Καρναλιзировать
- cardinalship => καρδινάλιος
- cardines => κάρδα
- carding => χαρτοπαιξία
- cardiogenic shock => Καρδιογενές σοκ
- cardiogram => Ηλεκτροκαρδιογράφημα
- cardiograph => Ηλεκτροκαρδιογράφημα
Definitions and Meaning of cardinalate in English
cardinalate (n)
(Roman Catholic Church) the body of all cardinals of the church; elects and advises the pope
the office of cardinal
cardinalate (n.)
The office, rank, or dignity of a cardinal.
FAQs About the word cardinalate
ιερατείον
(Roman Catholic Church) the body of all cardinals of the church; elects and advises the pope, the office of cardinalThe office, rank, or dignity of a cardinal.
No synonyms found.
No antonyms found.
cardinal virtue => Αρετή του καρδινάλιου, cardinal vein => καρδιογόνος φλέβα, cardinal tetra => Καρδινάλιος τετρα, cardinal richelieu => καρδινάλιος Ρισελιέ, cardinal number => αριθμητικό κύριο,