Greek Meaning of cardiolgy
Καρδιολογία
Other Greek words related to Καρδιολογία
No Synonyms and anytonyms found
Nearest Words of cardiolgy
- cardioinhibitory => καρδιοανασταλτικός, -ή, -ό
- cardioid mike => Καρδιοειδές μικρόφωνο
- cardioid microphone => Καρδιοειδές μικρόφωνο
- cardioid => καρδιοειδής
- cardiography => Ηλεκτροκαρδιογραφία
- cardiographic => καρδιογραφικός
- cardiograph => Ηλεκτροκαρδιογράφημα
- cardiogram => Ηλεκτροκαρδιογράφημα
- cardiogenic shock => Καρδιογενές σοκ
- carding => χαρτοπαιξία
- cardiologic => καρδιολογικός
- cardiologist => Καρδιολόγος
- cardiology => καρδιολογία
- cardiomegaly => Καρδιομεγαλία
- cardiometry => καρδιομετρία
- cardiomyopathy => Καρδιομυοπάθεια
- cardiopathy => καρδιοπάθεια
- cardiopulmonary => Καρδιοπνευμονικό
- cardiopulmonary arrest => καρδιοαναπνευστική ανακοπή
- cardiopulmonary exercise => Καρδιοπνευμονική άσκηση
Definitions and Meaning of cardiolgy in English
cardiolgy (n.)
The science which treats of the heart and its functions.
FAQs About the word cardiolgy
Καρδιολογία
The science which treats of the heart and its functions.
No synonyms found.
No antonyms found.
cardioinhibitory => καρδιοανασταλτικός, -ή, -ό, cardioid mike => Καρδιοειδές μικρόφωνο, cardioid microphone => Καρδιοειδές μικρόφωνο, cardioid => καρδιοειδής, cardiography => Ηλεκτροκαρδιογραφία,