Greek Meaning of calved
γέννησε
Other Greek words related to γέννησε
Nearest Words of calved
Definitions and Meaning of calved in English
calved (imp. & p. p.)
of Calve
FAQs About the word calved
γέννησε
of Calve
γέννησε,εκτρεφόμενος,πατέρας,παραχθεί,αστειεύομαι,άναψε,γέννησε γατάκια,σκορπισμένα,(κουτάβια),πατέρας
έκτρωση,χαμένος,αποβάλλω
calve => Γάμπα, calvatia gigantea => Γιγαντιαία κοιλία, calvatia => Βοβίστης, calvary cross => Σταυρός του Γολγοθά, calvary clover => Κορωνόπουλος κηπαίος,