FAQs About the word burrowing

σκάβοντας

of Burrow

ξύσιμο,εκβάθυνση,εκσκαφή,ανασκαφή,εμβάθυνση,ανασκαφή,ξύνοντας,φτυάρισμα,φτυάρισμα,σκάψιμο

γέμιση,λείανση (out ή over)

burrower => αμμοσκάπτης, burrowed => σκαμμένο, burrow => Λαγούμι, burroughs => Μπάροουζ, burrock => Γάτα,