Greek Meaning of burnup

καύση

Other Greek words related to καύση

Definitions and Meaning of burnup in English

Wordnet

burnup (n)

a high-speed motorcycle race on a public road

the amount of fuel used up (as in a nuclear reactor)

FAQs About the word burnup

καύση

a high-speed motorcycle race on a public road, the amount of fuel used up (as in a nuclear reactor)

επιδεινώνω,ενοχλώ,ενοχλώ,Σφάλμα,πάρει,φτάνω,ερεθίζω,διώκω,Φοράω,οργή

κατευνάζω,συμφιλιώνω,ευχαρίστηση,ικανοποιώ,εξευμενίζω,υποχρεώνω,κατευνάζω,κατευνάζω,παρακαλω,ικανοποιώ

burnt-out => εξουθενωμένος, burnt umber => Καμένη ώχρα, burnt sienna => Καμένη σιέννα, burnt lime => Άσβεστος, burnt => καμένο,