Greek Meaning of burking

Μπερκιγκ

Other Greek words related to Μπερκιγκ

Definitions and Meaning of burking in English

Webster

burking (p. pr. & vb. n.)

of Burke

FAQs About the word burking

Μπερκιγκ

of Burke

κάλυψη (κάποιου πράγματος),κατασταλτικός,Λογοκρισία,σιωπηρή,αποπνικτικός,λιποθυμία,ναυτία,σιωπή (πάνω),φίμωση,ακύρωση

απομυθοποίηση,Αποκάλυψη,αποκάλυψη,εκθέτω,αποκαλυπτικός,Φαίνεται,διαρροή,λέγοντας,αποκάλυψη,αποκαλυψις

burkina faso franc => Φράγκο Μπουρκίνα Φάσο, burkina faso => Μπουρκίνα Φάσο, burked => καταπνιγμένος, burke => Μπέρκ, burka => μπουρκά,