FAQs About the word bestrode

διέσχισε

of Bestride, of Bestride, imp. & p. p. of Bestride.

καβάλα,Ξάπλωνε,Εποχούμενος,κάθισε,καμπουριασμένος,απλωμένη,Καθίζω

τριαντάφυλλο,στάθηκε,προέκυψε,σηκώθηκε

bestriding => καβαλλικεύοντας, bestride => καβαλικεύω, bestridden => καβαλικεύοντας, bestrid => καβαλικεύω, bestrewing => σκορπίζω,