FAQs About the word bestriding

καβαλλικεύοντας

of Bestride

σταυροπόδι,καθισμένος,καμπουριασμένος,απέραντος,κάθισμα με τα γόνατα λυγισμένα,καθισμένος

προκύπτοντας,αυξανόμενος,όρθιος,σηκώνομαι

bestride => καβαλικεύω, bestridden => καβαλικεύοντας, bestrid => καβαλικεύω, bestrewing => σκορπίζω, bestrewed => Σπαρμένος,