Greek Meaning of arising
προκύπτοντας
Other Greek words related to προκύπτοντας
Nearest Words of arising
Definitions and Meaning of arising in English
arising (p. pr. & vb. n.)
of Arise
FAQs About the word arising
προκύπτοντας
of Arise
αυξανόμενος,ανάπτυξη,εξέγερση,ξύπνιος,αφύπνιση,αφύπνιση,σηκώνομαι,αποδεικνύονται,διεγερτικός,ανακίνηση
κλινοσκεπάσματα (κάτω),νυσταγμένος,πτώση,κούνημα,ξεκούραστος,συνταξιοδότηση,κατακάθιση,κοιμάται,αδρανής,στροφή
arishth => καλύβα, arisen => προκύψει, arise => προκύπτω, arisarum vulgare => Αρον, arisarum => Άρισμα,