Greek Meaning of bargain (with)

παζάρεψε (με)

Other Greek words related to παζάρεψε (με)

Definitions and Meaning of bargain (with) in English

bargain (with)

No definition found for this word.

FAQs About the word bargain (with)

παζάρεψε (με)

συμφωνία (για),Ανταλλαγή (για),Διαπραγματεύομαι (σχετικά),πληρώνω (για),εμπόριο (αντί),προσφορά,οικονομικά,αποκτώ,προσφορά,εαρινό (για)

Ασχολείται (με),αγορά,εμπορεύματα,πουλάω,Εμπορεύματα,Λιανικό εμπόριο,πουλώ

barfly => Μπαρφλάι, barfing => Εμετός, barfed => εξεμέσα, bares => μπαρ, bare-bones => γυμνός,