FAQs About the word accurately

ακριβώς

with few mistakes, strictly correctlyIn an accurate manner; exactly; precisely; without error or defect.

ακριβώς,άμεσα,ακριβώς,πανομοιότυπα,κυριολεκτικά,κατά λέξη,λέξη προς λέξη,κατά λέξη

βασικά,ουσιαστικά,εικονικώς,απρόσεκτα,ελεύθερα,ανακριβώς,χαλαρά,ανακριβώς,ανακριβώς

accurate => ακριβής, accuracy => ακρίβεια, accumulator register => Συγκεντρωτικός στοίχος, accumulator => συσσωρευτής, accumulative => αθροιστικός,