Greek Meaning of accounted
λογοδοτημένος
Other Greek words related to λογοδοτημένος
Nearest Words of accounted
- accountantship => λογιστική
- accountant => λογιστής
- accountancy => λογιστική
- accountably => λογοδοτικά
- accountable ness => λογοδοσία
- accountable => υπεύθυνος
- accountability => λογοδοσία
- account statement => Εκκαθάριση λογαριασμού
- account representative => αντιπρόσωπος λογαριασμού
- account payable => Λογαριασμοί Πληρωτέοι
- accounting => λογιστική
- accounting data => λογιστικά στοιχεία
- accounting entry => Λογιστική εγγραφή
- accounting firm => Λογιστικό γραφείο
- accounting principle => λογιστική αρχή
- accounting standard => λογιστικό πρότυπο
- accounting system => λογιστικό σύστημα
- accounts payable => Υποχρεώσεις προς προμηθευτές
- accounts receivable => Λογαριασμοί ενεργητικού
- accouple => Ζευγαρώσει
Definitions and Meaning of accounted in English
accounted (imp. & p. p.)
of Account
FAQs About the word accounted
λογοδοτημένος
of Account
ονομαζόμενος,θεωρούμενος,μετρημένο,θεωρείται,προβολής,πίστευε,θεωρείται,Τσόχα,πραγματοποιήθηκε,κοίταξε
No antonyms found.
accountantship => λογιστική, accountant => λογιστής, accountancy => λογιστική, accountably => λογοδοτικά, accountable ness => λογοδοσία,