Greek Meaning of acclimated
εγκλιματισμένος
Other Greek words related to εγκλιματισμένος
Nearest Words of acclimated
- acclimatement => εγκλιματισμός
- acclimating => προσαρμογή
- acclimation => Εγκλιματισμός
- acclimatisation => εγκλιματισμός
- acclimatise => προσαρμόζομαι
- acclimatizable => Προσαρμόσιμος
- acclimatization => εγκλιματισμός
- acclimatize => προσαρμοστεί
- acclimatized => εγκλιματισμένος
- acclimatizing => εγκλιματισμός
Definitions and Meaning of acclimated in English
acclimated (imp. & p. p.)
of Acclimate
FAQs About the word acclimated
εγκλιματισμένος
of Acclimate
συνηθισμένος,προσαρμοσμένος,προσαρμοσμένο,χρησιμοποιημένο,συνήθης,ανεπηρέαστος
μη εγκλιματισμένος,ασυνήθιστος,μη προσαρμοσμένο,αχρησιμοποίητος,μη προσαρμοσμένο,άνοστος
acclimate => εγκλιματίζω, acclimatation => εγκλιματισμός, acclimatable => εγκλιματιζόμενος, acclamatory => επικροτικός, acclamation => επευφημία,