Greek Meaning of whiney
υστερικός
Other Greek words related to υστερικός
Nearest Words of whiney
Definitions and Meaning of whiney in English
whiney (s)
habitually complaining
FAQs About the word whiney
υστερικός
habitually complaining
εκκωφαντικός,Ρινικό,οξύς,τρίξιμο,στριγγός,παράπονο,Κοκορομυξία,γαύγισμα,υψηλός,διεισδυτικός
μπάσος,βαθύς,τάφος,Χαμηλός,βραχνός,βαρύς,βραχνός,χάσκι,τραχύς,καπνιστός
whiner => γκρινιάρης, whined => γκρίνια, whine => γκρινιάζω, whinchat => Χαμοκελάδα, whinberry => μύρτιλλο,