Greek Meaning of unsustainable

μη βιώσιμος

Other Greek words related to μη βιώσιμος

Definitions and Meaning of unsustainable in English

unsustainable

not capable of being prolonged or continued

FAQs About the word unsustainable

μη βιώσιμος

not capable of being prolonged or continued

αποδεικτο,ανυπόφορο,Ανεπιβεβαίωτο,Απόδειξη,αβάσταχτος,αμφιλεγόμενος,αναπόδεικτος,αμφισβητήσιμος,ανατρέψιμος

επιδεικτικός,εμπειρικός,εμπειρικός,αποδείξιμος,υποφερτός, υποστηρικτός,βιώσιμος,Επαληθεύσιμος,πιστοποιήσιμο,ελέγξιμος,επιβεβαιώσιμο

unsurprisingly => Όπως ήταν αναμενόμενο, unsubstantiality => ασήμαντοτητα, unstuffy => ανεπιτήδευτο, unstrings => Αποσπά, unstringing => χαλάρωμα,