Greek Meaning of tyro
αρχάριος
Other Greek words related to αρχάριος
Nearest Words of tyro
- tyrian purple => μωβ
- tyre => ελαστικό
- tyrant flycatcher => Τύραννος μυγοπαγίδα
- tyrant bird => Τύραννος
- tyrant => Τύραννος
- tyranny => Τυραννία
- tyrannus vociferans => Τυραννούς βασιλιάς
- tyrannus tyrannus => Ανατολικός τύραννος
- tyrannus domenicensis domenicensis => Γκρίζος τύραννος της Δομινίκας
- tyrannus => τύραννος
Definitions and Meaning of tyro in English
tyro (n)
someone new to a field or activity
FAQs About the word tyro
αρχάριος
someone new to a field or activity
μαθητευόμενος,αρχάριος,πρωτοετής φοιτητής,νέος αφιχθείς,αρχάριος,νέος,Πουλάρι,νεοσσός,νέος,νεόφυτος
Κτηνίατρος,Βετεράνος,ειδικός,κύριος,βετεράνος,παλιός,επαγγελματίας,επαγγελματίας
tyrian purple => μωβ, tyre => ελαστικό, tyrant flycatcher => Τύραννος μυγοπαγίδα, tyrant bird => Τύραννος, tyrant => Τύραννος,