FAQs About the word turgidness

πρήξιμο

pompously embellished language

πρησμένος,φουσκωμένος,φυσήθηκε,Διατεταμένος,υπερβολικός,φουσκωμένος,οιδηματώδης,Κιρσοί,μπαλόνι,αεροστατική

κατέρρευσε,ξεφούσκωτος,αποσυμφορητικό

turgidly => οιδηματωδώς, turgidity => οίδημα, turgid => Ογκώδης, turgescing => διογκούμενος, turgescent => διογκωμένος,