FAQs About the word swollen

πρησμένος

characteristic of false pride; having an exaggerated sense of self-importance

φυσήθηκε,Διατεταμένος,φουσκωμένος,εξογκωμένος,επεκταθεί,υπερβολικός,φουσκωμένος,οιδηματώδης,πρησμένος,Ογκώδης

κατέρρευσε,ξεφούσκωτος,αποσυμφορητικό

swob => μπατονέτα, swizzle stick => αναδευτήρας, swizzle => Ανακατεύω, swiz => Σουίζ, swivet => περιστρεφόμενος,