Greek Meaning of trunks
κορμοί
Other Greek words related to κορμοί
- κάδοι
- κουτιά
- στήθος
- Θυρίδες
- κάδις **||
- κουτιά
- περιπτώσεις
- φέρετρα
- φέρετρα
- διαμερίσματα
- κιβώτια
- κουτιά για καπέλα
- Διηθήσεις
- Καντίνες
- ταμεία
- χαλκόφωτα
- κουτιά καπέλων
- σεντούκια της ελπίδας
- κοσμηματοθήκες
- γραμματοκιβώτια
- θυρίδες ασφαλείας
- θυρίδες ασφαλείας
- θαλασσινά σεντούκια
- Ταμπακιέρες
- χρηματοκιβώτια
- θόλοι
Nearest Words of trunks
Definitions and Meaning of trunks in English
trunks (n)
(used in the plural) trousers that end at or above the knee
FAQs About the word trunks
κορμοί
(used in the plural) trousers that end at or above the knee
κάδοι,κουτιά,στήθος,Θυρίδες,κάδις **||,κουτιά,περιπτώσεις,φέρετρα,φέρετρα,διαμερίσματα
No antonyms found.
trunkfuls => κορμούς, trunkful => κορμός, trunkfish => Σαντούκι, trunked => κορμός, trunkback => πορτμπαγκάζ,