Greek Meaning of thirster
διψασμένος
Other Greek words related to διψασμένος
- λαχταρώ
- (πεθαίνω για)
- πείνα για
- φαγούρα
- πάθος (για)
- λαχταράω (κάτι)
- ποθώ
- μετανιώνω (για)
- σάλια (για)
- στεναγμός (για)
- θέλω
- εύχομαι
- λαχταρώ
- λαχτάρα (για)
- ποθώ (για)
- ποθώ
- επιθυμία
- απολαμβάνω
- ποθώ (κάτι)
- σαν
- αγάπη
- λαχταρώ για
- βάζω την καρδιά μου σε
- Χαλώ (σε)
- θαυμάζω
- ευχαριστηθείτε (με)
- επιθυμώ
- φανταχτερός
- groove on
- προτιμώ
- λιχουδιά
- απολαμβάνω (κάτι)
Nearest Words of thirster
Definitions and Meaning of thirster in English
thirster (n)
a person with a strong desire for something
thirster (n.)
One who thirsts.
FAQs About the word thirster
διψασμένος
a person with a strong desire for somethingOne who thirsts.
λαχταρώ,(πεθαίνω για),πείνα για,φαγούρα,πάθος (για),λαχταράω (κάτι),ποθώ,μετανιώνω (για),σάλια (για),στεναγμός (για)
καταφρονώ,πτώση,καταριέμαι,αρνούμαι,απορρίπτω,περιφρονώ
thirsted => διψασμένος, thirst for knowledge => Δίψα για γνώση, thirst => δίψα, thirling => συναρπαστικός, thirled => υποδουλωμένος, εξαρτώμενος,