Greek Meaning of thirsted

διψασμένος

Other Greek words related to διψασμένος

Definitions and Meaning of thirsted in English

Webster

thirsted (imp. & p. p.)

of Thirst

FAQs About the word thirsted

διψασμένος

of Thirst

λαχταρώ,(πεθαίνω για),πείνα για,φαγούρα,πάθος (για),λαχταράω (κάτι),ποθώ,μετανιώνω (για),σάλια (για),στεναγμός (για)

καταφρονώ,πτώση,καταριέμαι,αρνούμαι,απορρίπτω,περιφρονώ

thirst for knowledge => Δίψα για γνώση, thirst => δίψα, thirling => συναρπαστικός, thirled => υποδουλωμένος, εξαρτώμενος, thirlage => Βαρεία αγγαρεία,