Greek Meaning of switcheroo

ανταλλαγή

Other Greek words related to ανταλλαγή

Definitions and Meaning of switcheroo in English

Wordnet

switcheroo (n)

a sudden unexpected switch

FAQs About the word switcheroo

ανταλλαγή

a sudden unexpected switch

αλλαγή πορείας,δόλωμα και αλλαγή,Σαγιονάρες,ανατροπή,εναλλαγή,ανατροπή,αναστροφή,αλλαγή κατεύθυνσης,Στροφή,άρνηση

No antonyms found.

switcher => διακόπτης, switchboard operator => Τηλεφωνήτρια, switchboard => Κουτί διανομής, switchblade knife => Σουγιάς, switchblade => μαχαίρι πεταλούδα,