Greek Meaning of summarization
Περίληψη
Other Greek words related to Περίληψη
- περίληψη
- σύντομος
- χωνεύω
- εγκλεισμός
- Απογραφή
- περίγραμμα
- περίληψη
- Ανακεφαλαίωση
- Ανακεφαλαίωση
- Βιογραφικό
- σύναξη
- ερειπωμένος
- άθροισμα
- συνοψίζω
- άθροισμα
- σύνοψη
- περίληψη
- συντομογραφία
- περίληψη
- συντόμευση
- αφηρημένος
- βρεβιάριο
- κάψουλα
- επιτομή
- επιτομή
- Συμπέρασμα
- Συμπύκνωση
- Επισκόπηση
- περιορισμός
- επίλογος
- επίτομη
- επανάληψη
- επανάληψη
- τρέχω μέσα
- συντόμευση
- Απλούστευση
- εξορθολογισμός
- περίληψη
Nearest Words of summarization
Definitions and Meaning of summarization in English
summarization (n)
the act of preparing a summary (or an instance thereof); stating briefly and succinctly
FAQs About the word summarization
Περίληψη
the act of preparing a summary (or an instance thereof); stating briefly and succinctly
περίληψη,σύντομος,χωνεύω,εγκλεισμός,Απογραφή,περίγραμμα,περίληψη,Ανακεφαλαίωση,Ανακεφαλαίωση,Βιογραφικό
ενίσχυση,διεύρυνση,επέκταση,συμπλήρωμα,παράρτημα
summarise => συνοψίζω, summarisation => περίληψη, summarily => συνοπτικά, summa cum laude => με άριστα, sumerology => Σουμεριολογία,