Greek Meaning of summate

άθροισμα

Other Greek words related to άθροισμα

Definitions and Meaning of summate in English

Wordnet

summate (v)

determine the sum of

form or constitute a cumulative effect

FAQs About the word summate

άθροισμα

determine the sum of, form or constitute a cumulative effect

Προσθήκη,αφαιρώ,άθροισμα,υπολογίζω,Ρίχνω** (ψηλά),υπολογίζω,μετρώ,διαίρεση,Πόδι (πάνω),ταξινομώ

No antonyms found.

summary treatment => Συνοπτική θεραπεία, summary judgment => Περίληψη αποφάσεων, summary judgement => συνοπτική κρίση, summary => περίληψη, summarize => συνοψίζω,