Greek Meaning of breviary
βρεβιάριο
Other Greek words related to βρεβιάριο
- περίγραμμα
- άθροισμα
- περίληψη
- συντόμευση
- αφηρημένος
- σύντομος
- κάψουλα
- επιτομή
- Επισκόπηση
- χωνεύω
- εγκλεισμός
- Απογραφή
- περίληψη
- βιογραφικό σημείωμα
- Ανακεφαλαίωση
- Ανακεφαλαίωση
- Βιογραφικό
- Βιογραφικό
- σύναξη
- τρέχω μέσα
- ερειπωμένος
- άθροισμα
- συνοψίζω
- Περίληψη
- σύνοψη
- περίληψη
- συντομογραφία
- περίληψη
- επιτομή
- Συμπύκνωση
- περιορισμός
- Επίλογος
- επίλογος
- επίτομη
- επανάληψη
- επανάληψη
- συντόμευση
- Απλούστευση
- εξορθολογισμός
- περίληψη
Nearest Words of breviary
Definitions and Meaning of breviary in English
breviary (n)
(Roman Catholic Church) a book of prayers to be recited daily certain priests and members of religious orders
breviary (n.)
An abridgment; a compend; an epitome; a brief account or summary.
A book containing the daily public or canonical prayers of the Roman Catholic or of the Greek Church for the seven canonical hours, namely, matins and lauds, the first, third, sixth, and ninth hours, vespers, and compline; -- distinguished from the missal.
FAQs About the word breviary
βρεβιάριο
(Roman Catholic Church) a book of prayers to be recited daily certain priests and members of religious ordersAn abridgment; a compend; an epitome; a brief accou
περίγραμμα,άθροισμα,περίληψη,συντόμευση,αφηρημένος,σύντομος,κάψουλα,επιτομή,Επισκόπηση,χωνεύω
ενίσχυση,διεύρυνση,επέκταση,συμπλήρωμα,παράρτημα
breviaries => βρεβιάρια, brevetting => brevetsing, brevetted => κατοχυρωμένος με δίπλωμα ευρεσιτεχνίας, brevetcy => δίπλωμα ευρεσιτεχνίας, brevetcies => Brevets,