Greek Meaning of strong-arm
δυνατός
Other Greek words related to δυνατός
- εκφοβιστής
- εκφοβίζω
- ασβός
- εκφοβίζω
- μπουλντόζα
- Αναγκάζω
- αγελάδα
- φοβίζω
- Παρακώλυση
- Φοβίζω
- ξαφνιάζω
- ενοχλώ
- Φοβίζω
- συναγερμός
- μπλακτζακ
- ρόπαλο
- φαμφαρωνιά
- Μπόγκαρτ
- εκφοβίζω
- αναγκάζω
- περιορίζω
- απογοήτευω
- αμηχανία
- δυσφορία
- ενοχλώ
- Δραγώνος
- δύναμη
- Έκτορας
- τρομοκρατώ
- κυνηγόσκυλο
- απειλή
- υποχρεώνω
- Διαταράσσω
- Τύπος
- πίεση
- σπρώχνω γύρω γύρω
- σοκ
- φάντασμα
- Τρομάζω
- ανησυχώ
- αναστατωμένος
- Μπαρουφολογία
Nearest Words of strong-arm
Definitions and Meaning of strong-arm in English
strong-arm (v)
handle roughly
be bossy towards
use physical force against
strong-arm (s)
impelled by physical force especially against resistance
FAQs About the word strong-arm
δυνατός
handle roughly, be bossy towards, use physical force against, impelled by physical force especially against resistance
εκφοβιστής,εκφοβίζω,ασβός,εκφοβίζω,μπουλντόζα,Αναγκάζω,αγελάδα,φοβίζω,Παρακώλυση,Φοβίζω
ζητωκραυγές,Άνεση,Κονσόλα,πείθω,ενθαρρύνω,πείθω,καθησυχάζω,,Χάλυβας,ενθαρρύνω
strong suit => Δύναμη, strong point => Δυνατό σημείο, strong interaction => ισχυρή αλληλεπίδραση, strong gale => σφοδρός άνεμος, strong force => Ισχυρή δύναμη,