Greek Meaning of straightbred
καθαρόαιμο
Other Greek words related to καθαρόαιμο
Nearest Words of straightbred
- straighten (out) => ισιώστε
- straighten (up or out) => ισιώστε (πάνω ή έξω)
- straighten (up) => ευθυγραμμίζω (πάνω)
- straightened => ίσιωσε
- straightened (out) => ισιωμένη (έξω)
- straightened (up or out) => ισιωμένο (πάνω ή έξω)
- straightened (up) => ίσιος (προς τα πάνω)
- straightening => ίσιωμα
- straightening (out) => Ίσιωμα (μαλλιών)
- straightening (up) => ευθυγράμμιση (προς τα πάνω)
Definitions and Meaning of straightbred in English
straightbred
produced by breeding a single breed, strain, or type
FAQs About the word straightbred
καθαρόαιμο
produced by breeding a single breed, strain, or type
ενδογαμικός,αιματηρός,Λινοκαλλιέργεια,Γενεαλογικό δέντρο,καθαρόαιμος,καθαρόαιμος,αγωνιστικό άλογο,καθαρόαιμος,καθαρόαιμος
ψυχρός,σταυρός,διασταύρωση,βαθμός,Υβρίδιο,μικτός,μουλάρι,τριυβρίδιο,διυβριδικός,μιγάς
straight arrows => Ίσια βέλη, straggles => παλεύει, stragglers => καθυστερημένοι, straggled => αργοπορώ, strafing => Χειροβομβίδα,