Greek Meaning of pedigreed
καθαρόαιμος
Other Greek words related to καθαρόαιμος
Nearest Words of pedigreed
- pedilanthus => Πεντόδακτυλος
- pedilanthus bracteatus => Pedilanthus bracteatus
- pedilanthus pavonis => Πεντιλάνθους ο παβονίνος
- pedilanthus tithymaloides => Pedilanthus tithymaloides
- pediluvy => πουδόλουτρο
- pedimana => Πедиμάνα
- pedimane => πηδόμανος
- pedimanous => Περπατώ
- pediment => αέτωμα
- pedimental => Τύμπανο
Definitions and Meaning of pedigreed in English
pedigreed (s)
having a list of ancestors as proof of being a purebred animal
FAQs About the word pedigreed
καθαρόαιμος
having a list of ancestors as proof of being a purebred animal
αγωνιστικό άλογο,αιματηρός,καθαρόαιμος,Γνησιόαιμος,καθαρόαιμος,καθαρόαιμος,ενδογαμικός,Γεννημένος με καθαρό αίμα,Ευγενής
Υβρίδιο,μικτός,μουλάρι,διασταύρωση,σταυρωμένος,ημίαιμος,υβριδοποιημένος,διασταύρωση,Εξωτερικός,μιγάς
pedigree clause => όρος γενεαλογικού δέντρου, pedigree => Γενεαλογικό δέντρο, pedigerous => Ποδόφορος, pediform => ποδιόσχημο, pedicure => Πεντικιούρ,