Greek Meaning of spattered

πιτσιλισμένος

Other Greek words related to πιτσιλισμένος

Definitions and Meaning of spattered in English

Wordnet

spattered (s)

covered with bright patches (often used in combination)

FAQs About the word spattered

πιτσιλισμένος

covered with bright patches (often used in combination)

πιτσιλισμένος,αποχρωματισμένο,με κουκκίδες ,βαμμένο,κηλιδωμένος,σημαδεμένος,πασπαλισμένο,Λεκιασμένος,στιγματισμένος,λεκιασμένος

μονόχρωμος,Μονόχρωμος,στερεός,Μονόχρωμος

spatterdock => Νούφαρο το κίτρινο, spatter => πιτσιλίζω, spatiotemporal => χωροχρονικός, spatially => χωρικά, spatiality => χωρικότητα,