FAQs About the word slowpoke

Αργός

someone who moves slowly

Σαλιγκάρι,ανιχνευτής,βραδυκίνητος,οπισθοδρομικός,αργοπορημένος,αλήτης,τεμπέλης,γυμνοσάλιαγκας,αργοπορημένος,γυναικάς

απατεώνας,Ταχύτατο αμάξι,συσκευή μπέρδεμα,Γρήγορο αυτοκίνητο,Φιλότιμος,πιο βιαστικός,βιαστικός

slowness => βραδύτητα, slow-moving => αργός, slowly => αργά, slowing => επιβράδυνση, slowhound => αργόσκυλο,